Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ταλαντιαῖος
τάλαντον
ταλαντόομαι
ταλαντοῦχος
ταλαός
ταλαπείριος
ταλαπενθής
ταλαρίσκος
τάλαρος
τάλᾱς
ταλασήιος
ταλασίᾱ
ταλάσιος
ταλασιουργέω
ταλασιουργίᾱ
ταλασιουργικός
ταλασιουργός
ταλασίφρων
ταλάσσω
ταλαύρῑνος
ταλάφρων
View word page
ταλασήιος
ταλασήιοςη ονep.Ion.adjταλασίᾱof the taskof wool-workingAR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ταλασήιος
Headword (normalized):
ταλασήιος
Headword (normalized/stripped):
ταλασηιος
IDX:
39149
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39150
Key:
ταλασήιος

Data

{'headword_display': '<b>ταλασήιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ταλασήιος</HL><Infl>η ον</Infl><PS>ep.Ion.adj</PS><Ety><Ref>ταλασίᾱ</Ref></Ety></HG><aS1><Indic>of the task</Indic><Tr>of wool-working</Tr><Au>AR.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ταλασήιος'}