Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄμερσα
ᾱ̔μές
ἀμετάβλητος
ἀμετάβολος
ἀμετάθετος
ἀμετακῑνήτως
ἀμετάκλητος
ἀμεταμέλητος
ἀμετάπειστος
ἀμετάπτωτος
ἀμετάστατος
ἀμεταστρεπτί
ἀμετάστροφος
ἀμετάτρεπτος
ᾱ̔μέτερος
ἀμέτρητος
ἀμετρίᾱ
ἀμετρόδικος
ἀμετροεπής
ἄμετρος
ἀμεύσασθαι
View word page
ἀ-μετάστατος
ἀ-μετάστατοςονadjμεθίστημι of a manunchangeablein his principlesPl.of opinionsPl.

ShortDef

not to be transposed, unchangeable, unchanging

Debugging

Headword:
ἀμετάστατος
Headword (normalized):
ἀμετάστατος
Headword (normalized/stripped):
αμεταστατος
IDX:
3914
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3915
Key:
ἀμετάστατος

Data

{'headword_display': '<b>ἀ-μετάστατος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀ-μετάστατος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μεθίστημι</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a man</Indic><Tr>unchangeable<Expl>in his principles</Expl></Tr><Au>Pl.</Au><aS2><Indic>of opinions</Indic><Au>Pl.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'ἀμετάστατος'}