Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀμέργω
ἀμέρδω
ἀμερής
ἀμερίμνητος
ἀμέριμνος
ᾱ̔μέριος
ἀμέριστος
ᾱ̔μεροδρόμος
ᾱ̔μερόκοιτος
ᾱ̔́μερος
ἄμερσα
ᾱ̔μές
ἀμετάβλητος
ἀμετάβολος
ἀμετάθετος
ἀμετακῑνήτως
ἀμετάκλητος
ἀμεταμέλητος
ἀμετάπειστος
ἀμετάπτωτος
ἀμετάστατος
View word page
ἄμερσα
ἄμερσαep.aor.seeἀμέρδω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἄμερσα
Headword (normalized):
ἄμερσα
Headword (normalized/stripped):
αμερσα
IDX:
3904
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3905
Key:
ἄμερσα

Data

{'headword_display': '<b>ἄμερσα</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἄμερσα<LblR>ep.aor.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀμέρδω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἄμερσα'}