Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σχαλίς
σχαστηρίᾱ
σχάω
σχέδην
σχεδίᾱ
σχεδιάζω
σχέδιος
σχεδόθεν
σχεδόν
σχεθέειν
σχεῖν
σχελίδες
σχέμεν
Σχερίη
σχερός
σχές
σχέσις
σχετήριον
σχετλιάζω
σχετλιασμός
σχέτλιος
View word page
σχεῖν
σχεῖνaor.2 inf.seeἔχω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σχεῖν
Headword (normalized):
σχεῖν
Headword (normalized/stripped):
σχειν
IDX:
39009
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-39010
Key:
σχεῖν

Data

{'headword_display': '<b>σχεῖν</b>', 'content': '<XE><RefFm>σχεῖν<LblR>aor.2 inf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἔχω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'σχεῖν'}