Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σφοδρότης
σφοδρῡ́νομαι
σφονδῡ́λη
σφονδύλια
σφόνδυλος
σφός
σφρᾱγῑ́διον
σφρᾱγῑδονυχαργοκομήτης
σφρᾱγίζω
σφρᾱγῑ́ς
σφρᾱ́γισμα
σφριγάω
σφυγμός
σφυδόομαι
σφυδρόν
σφύζω
σφῦρα
σφυράς
σφῡρήλατος
σφυρίς
σφυρόν
View word page
σφρᾱ́γισμα
σφρᾱ́γισμαατοςn impression or use of a sealsealingE. X.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σφρᾱ́γισμα
Headword (normalized):
σφρᾱ́γισμα
Headword (normalized/stripped):
σφραγισμα
IDX:
38980
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38981
Key:
σφρᾱ́γισμα

Data

{'headword_display': '<b>σφρᾱ́γισμα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σφρᾱ́γισμα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS></HG> <nS1><Def>impression or use of a seal</Def><nS2><Tr>sealing</Tr><Au>E. X.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'σφρᾱ́γισμα'}