Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συστρατηγέω
συστράτηγος
συστρατιώτης
συστρατοπεδεύω
σύστρεμμα
συστρέφω
συστροφή
συσφάζομαι
συσχολάζω
σύτο
σῦφαρ
συφεός
συφορβός
συχνός
σφαγεῖον
σφαγεύς
σφαγή
σφαγιάζω
σφαγιασμός
σφάγιον
σφαγίς
View word page
σῦφαρ
σῦφαρnonly nom.acc.skinof an old crowCall.

ShortDef

a piece of old

Debugging

Headword:
σῦφαρ
Headword (normalized):
σῦφαρ
Headword (normalized/stripped):
συφαρ
IDX:
38904
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38905
Key:
σῦφαρ

Data

{'headword_display': '<b>σῦφαρ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σῦφαρ</HL><PS>n</PS><FG><Case><Lbl>only nom.acc.</Lbl></Case></FG></HG><nS1><Tr>skin<Expl>of an old crow</Expl></Tr><Au>Call.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σῦφαρ'}