Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συστατικός
συσταυρόομαι
συστεγάζω
συστέλλω
συστενάζω
συστένω
συστεφανηφορέω
συστεφανόομαι
σύστημα
συστήσω
συστοιχέω
συστοιχίᾱ
σύστοιχος
συστολή
συστολίζω
σύστομος
συστρατείᾱ
συστρατεύω
συστρατηγέω
συστράτηγος
συστρατιώτης
View word page
συστοιχέω
συστοιχέωcontr.vbσύστοιχος of soldiersremain in columnPlb.

ShortDef

to correspond to

Debugging

Headword:
συστοιχέω
Headword (normalized):
συστοιχέω
Headword (normalized/stripped):
συστοιχεω
IDX:
38886
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38887
Key:
συστοιχέω

Data

{'headword_display': '<b>συστοιχέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συστοιχέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>σύστοιχος</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Indic>of soldiers</Indic><Tr>remain in column</Tr><Au>Plb.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συστοιχέω'}