Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συσσαίνομαι
συσσημαίνομαι
σύσσημος
συσσῑτέω
συσσῑ́τησις
συσσῑτίᾱ
συσσῑ́τιον
σύσσῑτος
συσσῡκοφαντέω
συσσῴζω
συσσωφρονέω
συστάδες
συσταδόν
συσταθεύω
συσταθήσομαι
συστασιάζω
σύστασις
συστασιώτης
συστατικός
συσταυρόομαι
συστεγάζω
View word page
συσ-σωφρονέω
συσ-σωφρονέωcontr.vb share in good sensew.dat.w. someoneE.

ShortDef

to be a partner in temperance

Debugging

Headword:
συσσωφρονέω
Headword (normalized):
συσσωφρονέω
Headword (normalized/stripped):
συσσωφρονεω
IDX:
38868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38869
Key:
συσσωφρονέω

Data

{'headword_display': '<b>συσ-σωφρονέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συσ-σωφρονέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>share in good sense</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. someone<Au>E.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'συσσωφρονέω'}