Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

σύσκιος
συσκοπέω
συσκοτάζω
συσκυθρωπάζω
συσπαράσσω
σύσπαστος
συσπάω
συσπειράομαι
συσπένδω
συσπεύδω
συσπλαγχνεύω
συσπουδάζω
συσσαίνομαι
συσσημαίνομαι
σύσσημος
συσσῑτέω
συσσῑ́τησις
συσσῑτίᾱ
συσσῑ́τιον
σύσσῑτος
συσσῡκοφαντέω
View word page
συ-σπλαγχνεύω
συ-σπλαγχνεύωvb of a participant at a sacrificejoin in eating the entrailsAr.

ShortDef

to join in eating the sacrificial meat

Debugging

Headword:
συσπλαγχνεύω
Headword (normalized):
συσπλαγχνεύω
Headword (normalized/stripped):
συσπλαγχνευω
IDX:
38856
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38857
Key:
συσπλαγχνεύω

Data

{'headword_display': '<b>συ-σπλαγχνεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συ-σπλαγχνεύω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a participant at a sacrifice</Indic><Tr>join in eating the entrails</Tr><Au>Ar.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συσπλαγχνεύω'}