Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συσκηνέω
συσκηνήτρια
συσκηνίᾱ
συσκήνια
σύσκηνος
συσκηνόω
συσκιάζω
σύσκιος
συσκοπέω
συσκοτάζω
συσκυθρωπάζω
συσπαράσσω
σύσπαστος
συσπάω
συσπειράομαι
συσπένδω
συσπεύδω
συσπλαγχνεύω
συσπουδάζω
συσσαίνομαι
συσσημαίνομαι
View word page
συ-σκυθρωπάζω
συ-σκυθρωπάζωvb share gloomy looksX.

ShortDef

to look gloomy together

Debugging

Headword:
συσκυθρωπάζω
Headword (normalized):
συσκυθρωπάζω
Headword (normalized/stripped):
συσκυθρωπαζω
IDX:
38849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38850
Key:
συσκυθρωπάζω

Data

{'headword_display': '<b>συ-σκυθρωπάζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συ-σκυθρωπάζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>share gloomy looks</Tr><Au>X.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συσκυθρωπάζω'}