Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συντυχίᾱ
συνυπακούω
συνυπάρχω
συνυπατεύω
συνυπερβάλλω
συνυπηρετέω
συνυποδείκνῡμι
συνυποδύομαι
συνυποκρῑ́νομαι
συνυπονοέω
συνυποπτεύω
συνυποτίθεμαι
συνυφαίνω
συνύφανσις
συνυφή
συνυφίσταμαι
συνῳδίᾱ
συνωδῑ́νω
συνῳδός
συνωθέω
συνώμεθα
View word page
συν-υποπτεύω
συν-υποπτεύωvb suspect, guesswhat is happeningPlb.

ShortDef

suspect

Debugging

Headword:
συνυποπτεύω
Headword (normalized):
συνυποπτεύω
Headword (normalized/stripped):
συνυποπτευω
IDX:
38773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38774
Key:
συνυποπτεύω

Data

{'headword_display': '<b>συν-υποπτεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-υποπτεύω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>suspect, guess</Tr><Obj>what is happening<Au>Plb.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συνυποπτεύω'}