Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
συνουσιαστικός
συνοφρυόομαι
σύνοφρυς
συνοχέομαι
συνοχή
σύνοχος
συνοχωκότε
σύνοψις
σύνστομος
σύνταγμα
συντακείς
συνταλαιπωρέω
συνταλαιπωρίᾱ
συντάμνω
συντανύω
σύνταξις
συνταράσσω
σύντασις
συντάσσω
σύνταφος
συνταχῡ́νω
View word page
συντακείς
συντακείς
aor.2 pass.ptcpl.
see
συντήκω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
συντακείς
Headword (normalized):
συντακείς
Headword (normalized/stripped):
συντακεις
IDX:
38708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38709
Key:
συντακείς
Data
{'headword_display': '<b>συντακείς</b>', 'content': '<XE><RefFm>συντακείς<LblR>aor.2 pass.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>συντήκω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'συντακείς'}