Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἀποσχοινίζομαι
ἀποσχολάζω
ἀποσῴζω
ἀπότακτος
ἀποτάμνω
ἀποτάσσω
ἀποταυρόομαι
ἀποταφρεύω
ἀποτείνυμαι
ἀποτείνω
ἀποτειστέον
ἀποτειχίζω
ἀποτείχισις
ἀποτείχισμα
ἀποτειχισμός
ἀποτεκμαίρομαι
ἀποτέλειος
ἀποτέλεσμα
ἀποτελευτάω
ἀποτελεύτησις
ἀποτελέω
View word page
ἀποτειστέον
ἀποτειστέον
neut.impers.vbl.adj.
see
ἀποτίνω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀποτειστέον
Headword (normalized):
ἀποτειστέον
Headword (normalized/stripped):
αποτειστεον
IDX:
386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-387
Key:
ἀποτειστέον
Data
{'headword_display': '<b>ἀποτειστέον</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἀποτειστέον<LblR>neut.impers.vbl.adj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀποτίνω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀποτειστέον'}