Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνοικέω
συνοίκημα
συνοίκησις
συνοικητήρ
συνοικήτωρ
συνοικίᾱ
συνοίκια
συνοικίζω
συνοίκισις
συνοικισμός
συνοικιστήρ
συνοικοδομέω
σύνοικος
συνοίκουρος
συνοικτίζω
συνοίμιος
συνοίομαι
συνοίσομαι
συνοκωχότε
συνολισθάνω
συνόλλῡμι
View word page
συνοικιστήρ
συνοικιστήρῆροςm joint founderof a cityPi.

ShortDef

a fellow-colonist

Debugging

Headword:
συνοικιστήρ
Headword (normalized):
συνοικιστήρ
Headword (normalized/stripped):
συνοικιστηρ
IDX:
38654
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38655
Key:
συνοικιστήρ

Data

{'headword_display': '<b>συνοικιστήρ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>συνοικιστήρ</HL><Infl>ῆρος</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Tr>joint founder<Expl>of a city</Expl></Tr><Au>Pi.</Au></nS1></NE>', 'key': 'συνοικιστήρ'}