Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνήμων
συνήορος
συνηπεροπεύω
συνηρετέω
συνηρεφής
συνῇστε
συνηττάομαι
συνηχέω
συνθᾱκέω
σύνθᾱκος
συνθάλπω
συνθαμβέω
συνθάπτω
συνθεάομαι
συνθεᾱτής
συνθέλω
συνθερίζω
συνθεσίη
σύνθεσις
συνθέτης
συνθετικός
View word page
συν-θάλπω
συν-θάλπωξυν-vb warm thoroughlyfig.cheer upsoothesomeonew.dat.w. liesA.

ShortDef

to warm together

Debugging

Headword:
συνθάλπω
Headword (normalized):
συνθάλπω
Headword (normalized/stripped):
συνθαλπω
IDX:
38561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38562
Key:
συνθάλπω

Data

{'headword_display': '<b>συν-θάλπω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-θάλπω<VL><FmHL>ξυν-</FmHL></VL></HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Def>warm thoroughly</Def><vS2><Indic>fig.</Indic><Tr>cheer up<or/>soothe</Tr><Obj>someone<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. lies</Expl><Au>A.</Au></Obj></vS2> </vS1> </VE>', 'key': 'συνθάλπω'}