Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνημέρευσις
συνημερευτής
συνημερεύω
συνημοσύνη
συνήμων
συνήορος
συνηπεροπεύω
συνηρετέω
συνηρεφής
συνῇστε
συνηττάομαι
συνηχέω
συνθᾱκέω
σύνθᾱκος
συνθάλπω
συνθαμβέω
συνθάπτω
συνθεάομαι
συνθεᾱτής
συνθέλω
συνθερίζω
View word page
συν-ηττάομαι
συν-ηττάομαιAtt.pass.contr.vbἡσσάομαι of enemiesbe defeated togetherX.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνηττάομαι
Headword (normalized):
συνηττάομαι
Headword (normalized/stripped):
συνητταομαι
IDX:
38557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38558
Key:
συνηττάομαι

Data

{'headword_display': '<b>συν-ηττάομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-ηττάομαι</HL><PS>Att.pass.contr.vb</PS><Ety><Ref>ἡσσάομαι</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Indic>of enemies</Indic><Tr>be defeated together</Tr><Au>X.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συνηττάομαι'}