Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνήκοος
συνήκω
συνήλικες
συνήλισα
συνημέρευσις
συνημερευτής
συνημερεύω
συνημοσύνη
συνήμων
συνήορος
συνηπεροπεύω
συνηρετέω
συνηρεφής
συνῇστε
συνηττάομαι
συνηχέω
συνθᾱκέω
σύνθᾱκος
συνθάλπω
συνθαμβέω
συνθάπτω
View word page
συν-ηπεροπεύω
συν-ηπεροπεύωvb helpperh. w.dat.someoneto beguilecajoleanotherAr.

ShortDef

join in cheating

Debugging

Headword:
συνηπεροπεύω
Headword (normalized):
συνηπεροπεύω
Headword (normalized/stripped):
συνηπεροπευω
IDX:
38553
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38554
Key:
συνηπεροπεύω

Data

{'headword_display': '<b>συν-ηπεροπεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-ηπεροπεύω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>help<Prnth>perh. <GLbl>w.dat.</GLbl>someone</Prnth>to beguile<or/>cajole<Expl>another</Expl></Tr><Au>Ar.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συνηπεροπεύω'}