Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνήθης
συνῆκα
συνήκοος
συνήκω
συνήλικες
συνήλισα
συνημέρευσις
συνημερευτής
συνημερεύω
συνημοσύνη
συνήμων
συνήορος
συνηπεροπεύω
συνηρετέω
συνηρεφής
συνῇστε
συνηττάομαι
συνηχέω
συνθᾱκέω
σύνθᾱκος
συνθάλπω
View word page
συνήμων
συνήμωνονadjσυνίημι forming a pactmasc.pl.sb.friends, alliesAR.

ShortDef

united

Debugging

Headword:
συνήμων
Headword (normalized):
συνήμων
Headword (normalized/stripped):
συνημων
IDX:
38551
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38552
Key:
συνήμων

Data

{'headword_display': '<b>συνήμων</b>', 'content': '<AE><HG><HL>συνήμων</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>συνίημι</Ref></Ety></HG> <aS1><Def>forming a pact</Def><SGrm><GLbl>masc.pl.sb.</GLbl><Def>friends, allies</Def><Au>AR.</Au></SGrm></aS1></AE>', 'key': 'συνήμων'}