Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνεπίσπεο
συνεπισπεύδω
συνεπισπόμενος
συνεπίσταμαι
συνεπιστατέω
συνεπιστένω
συνεπιστρατεύω
συνεπιστρέφω
συνεπισχῡ́ω
συνεπιταχῡ́νω
συνεπιτείνω
συνεπιτελέω
συνεπιτίθημι
συνεπιτῑμάω
συνεπιτρῑ́βω
συνεπίτροπος
συνεπιφέρω
συνεπιφθέγγομαι
συνεπιχειρέω
συνεπιψεύδομαι
συνεπιψηφίζω
View word page
συν-επιτείνω
συν-επιτείνωvb of an eventhelp to intensifypeople's angerPlb.

ShortDef

to help to aggravate

Debugging

Headword:
συνεπιτείνω
Headword (normalized):
συνεπιτείνω
Headword (normalized/stripped):
συνεπιτεινω
IDX:
38459
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38460
Key:
συνεπιτείνω

Data

{'headword_display': '<b>συν-επιτείνω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συν-επιτείνω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of an event</Indic><Tr>help to intensify</Tr><Obj>people's anger<Au>Plb.</Au></Obj> </vS1> </VE>", 'key': 'συνεπιτείνω'}