Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνεπικραδαίνω
συνεπικρῑ́νω
συνεπικρύπτω
συνεπικῡρόω
συνεπιλαμβάνω
συνεπιμαρτυρέω
συνεπιμελέομαι
συνεπιμελητής
συνεπινοέω
συνεπιπλέω
συνεπιρρέπω
συνεπιρρώνῡμι
συνεπισημαίνομαι
συνεπισκέπτομαι
συνεπισπάω
συνεπίσπεο
συνεπισπεύδω
συνεπισπόμενος
συνεπίσταμαι
συνεπιστατέω
συνεπιστένω
View word page
συν-επιρρέπω
συν-επιρρέπωvb fig., of personsincline towardssthg.togetherbe indulgent tow.dat.people's faultsPlu.

ShortDef

to incline towards together

Debugging

Headword:
συνεπιρρέπω
Headword (normalized):
συνεπιρρέπω
Headword (normalized/stripped):
συνεπιρρεπω
IDX:
38444
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38445
Key:
συνεπιρρέπω

Data

{'headword_display': '<b>συν-επιρρέπω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συν-επιρρέπω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Indic>fig., of persons</Indic><Def>incline towards<Prnth>sthg.</Prnth>together</Def><vS2><Tr>be indulgent to</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>people's faults<Au>Plu.</Au></Cmpl> </vS2> </vS1> </VE>", 'key': 'συνεπιρρέπω'}