Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνεπιθῡμέω
συνεπιθῡμητής
συνεπίκειμαι
συνεπικλάω
συνεπικοσμέω
συνεπικουρέω
συνεπικουφίζω
συνεπικραδαίνω
συνεπικρῑ́νω
συνεπικρύπτω
συνεπικῡρόω
συνεπιλαμβάνω
συνεπιμαρτυρέω
συνεπιμελέομαι
συνεπιμελητής
συνεπινοέω
συνεπιπλέω
συνεπιρρέπω
συνεπιρρώνῡμι
συνεπισημαίνομαι
συνεπισκέπτομαι
View word page
συν-επικῡρόω
συν-επικῡρόωcontr.vb confirm, ratifya decree, treaty, or sim.Plb. Plu. helpw.dat.the peopleto enactlawsPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνεπικῡρόω
Headword (normalized):
συνεπικῡρόω
Headword (normalized/stripped):
συνεπικυροω
IDX:
38437
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38438
Key:
συνεπικῡρόω

Data

{'headword_display': '<b>συν-επικῡρόω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-επικῡρόω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>confirm, ratify</Tr><Obj>a decree, treaty, or sim.<Au>Plb. Plu.</Au></Obj> </vS1> <vS1><Tr>help<Prnth><GLbl>w.dat.</GLbl>the people</Prnth>to enact</Tr><Obj>laws<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συνεπικῡρόω'}