Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνεπιθειάζω
συνεπιθῡμέω
συνεπιθῡμητής
συνεπίκειμαι
συνεπικλάω
συνεπικοσμέω
συνεπικουρέω
συνεπικουφίζω
συνεπικραδαίνω
συνεπικρῑ́νω
συνεπικρύπτω
συνεπικῡρόω
συνεπιλαμβάνω
συνεπιμαρτυρέω
συνεπιμελέομαι
συνεπιμελητής
συνεπινοέω
συνεπιπλέω
συνεπιρρέπω
συνεπιρρώνῡμι
συνεπισημαίνομαι
View word page
συν-επικρύπτω
συν-επικρύπτωvb of persons, weatherhelp to concealsomeone or sthg.Plu.

ShortDef

to help to conceal

Debugging

Headword:
συνεπικρύπτω
Headword (normalized):
συνεπικρύπτω
Headword (normalized/stripped):
συνεπικρυπτω
IDX:
38436
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38437
Key:
συνεπικρύπτω

Data

{'headword_display': '<b>συν-επικρύπτω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-επικρύπτω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of persons, weather</Indic><Tr>help to conceal</Tr><Obj>someone or sthg.<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συνεπικρύπτω'}