Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνεξαπατάω
συνεξαποστέλλω
συνεξεγείρομαι
συνέξειμι
συνεξελαύνω
συνεξερευνάω
συνεξέρχομαι
συνεξετάζω
συνεξευρίσκω
συνεξημερόομαι
συνεξίσταμαι
συνεξιχνεύω
συνεξομοιόομαι
συνεξορμάω
συνεορταστής
συνεοχμός
συνεπάγω
συνεπαγωνίζομαι
συνεπαείδω
συνεπαινέω
συνέπαινος
View word page
συν-εξίσταμαι
συν-εξίσταμαιmid.vbalso pf.act.
συνεξέστηκα
be moved to enthusiastic supportside keenlyw.dat.w. people, their aimsPlb.

ShortDef

make common cause with

Debugging

Headword:
συνεξίσταμαι
Headword (normalized):
συνεξίσταμαι
Headword (normalized/stripped):
συνεξισταμαι
IDX:
38388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38389
Key:
συνεξίσταμαι

Data

{'headword_display': '<b>συν-εξίσταμαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-εξίσταμαι</HL><PS>mid.vb</PS><FG><Tns><Lbl>also pf.act.</Lbl><Form>συνεξέστηκα</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Def>be moved to enthusiastic support</Def><Tr>side keenly</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. people, their aims<Au>Plb.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'συνεξίσταμαι'}