Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνενδίδωμι
συνενείκομαι
συνενθουσιάω
συνεννέπω
συνεξάγω
συνεξαιρέω
συνεξαίρω
συνεξακολουθέω
συνεξακούω
συνεξαλείφομαι
συνεξαμαρτάνω
συνεξανίσταμαι
συνεξαπατάω
συνεξαποστέλλω
συνεξεγείρομαι
συνέξειμι
συνεξελαύνω
συνεξερευνάω
συνεξέρχομαι
συνεξετάζω
συνεξευρίσκω
View word page
συν-εξαμαρτάνω
συν-εξαμαρτάνωξυν-vb be associated in wrongdoingusu. w.dat.μετά + gen.w. someoneAtt.orats. Arist. Plu.abetw.dat.someone's crimesPlb. of judgementsbe equally mistakenTh.

ShortDef

to have part in a fault

Debugging

Headword:
συνεξαμαρτάνω
Headword (normalized):
συνεξαμαρτάνω
Headword (normalized/stripped):
συνεξαμαρτανω
IDX:
38376
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38377
Key:
συνεξαμαρτάνω

Data

{'headword_display': '<b>συν-εξαμαρτάνω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συν-εξαμαρτάνω<VL><FmHL>ξυν-</FmHL></VL></HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>be associated in wrongdoing<Expl>usu. <GLbl>w.dat.<or/><Ref>μετά</Ref> + gen.</GLbl>w. someone</Expl></Tr><Au>Att.orats. Arist. Plu.</Au><vS2><Tr>abet</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>someone's crimes<Au>Plb.</Au></Cmpl></vS2> </vS1> <vS1><Indic>of judgements</Indic><Tr>be equally mistaken</Tr><Au>Th.</Au> </vS1> </VE>", 'key': 'συνεξαμαρτάνω'}