Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδυάζω
συνδυάς
συνδυασμός
συνδυαστικός
σύνδυο
συνδυστυχέω
συνδώδεκα
συνεγγίζω
συνεγγυάω
σύνεγγυς
συνεδρείᾱ
συνεδρεύω
συνεδρίᾱ
συνεδριακός
συνεδριάομαι
συνέδριον
σύνεδρος
συνέεργον
συνεθέλω
συνεθίζω
συνείδησις
View word page
συνεδρείᾱ
συνεδρείᾱfseeσυνεδρίᾱ

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνεδρείᾱ
Headword (normalized):
συνεδρείᾱ
Headword (normalized/stripped):
συνεδρεια
IDX:
38278
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38279
Key:
συνεδρείᾱ

Data

{'headword_display': '<b>συνεδρείᾱ</b>', 'content': '<XE><HG><HL>συνεδρείᾱ</HL><PS>f</PS></HG><XR>see<Ref>συνεδρίᾱ</Ref></XR> </XE>', 'key': 'συνεδρείᾱ'}