Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδικέω
συνδικίᾱ
σύνδικος
συνδιοικέω
συνδιοράω
συνδιορθόω
συνδιψάω
συνδιώκω
συνδοκέω
συνδοκιμάζω
συνδοξάζομαι
συνδουλεύω
σύνδουλος
συνδραμεῖν
συνδράω
συνδρήστειρα
συνδρομάδες
συνδρομή
σύνδρομος
συνδυάζω
συνδυάς
View word page
συν-δοξάζομαι
συν-δοξάζομαιpass.vb of lawsbe ratifiedArist.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνδοξάζομαι
Headword (normalized):
συνδοξάζομαι
Headword (normalized/stripped):
συνδοξαζομαι
IDX:
38259
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38260
Key:
συνδοξάζομαι

Data

{'headword_display': '<b>συν-δοξάζομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-δοξάζομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of laws</Indic><Tr>be ratified</Tr><Au>Arist.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συνδοξάζομαι'}