Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδιαπονέω
συνδιαπορέω
συνδιαπρᾱ́ττω
συνδιαρθρόω
συνδιασκέπτομαι
συνδιασκοπέω
συνδιαστρέφομαι
συνδιασῴζω
συνδιαταλαιπωρέω
συνδιαταράσσω
συνδιατελέω
συνδιατηρέω
συνδιατίθημι
συνδιατρῑ́βω
συνδιαφέρω
συνδιαφθείρομαι
συνδιαφυλάττω
συνδιαχειμάζω
συνδιαχειρίζω
συνδιεκπίπτω
συνδιέξειμι
View word page
συν-διατελέω
συν-διατελέωcontr.vb of a foolish beliefpersistw.dat.w. someoneuntil the endof his lifePl.

ShortDef

to continue with to the end

Debugging

Headword:
συνδιατελέω
Headword (normalized):
συνδιατελέω
Headword (normalized/stripped):
συνδιατελεω
IDX:
38233
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38234
Key:
συνδιατελέω

Data

{'headword_display': '<b>συν-διατελέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-διατελέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a foolish belief</Indic><Tr>persist<Prnth><GLbl>w.dat.</GLbl>w. someone</Prnth>until the end<Expl>of his life</Expl></Tr><Au>Pl.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συνδιατελέω'}