Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδιανοέομαι
συνδιαπεραίνω
συνδιαπέτομαι
συνδιαπολεμέω
συνδιαπονέω
συνδιαπορέω
συνδιαπρᾱ́ττω
συνδιαρθρόω
συνδιασκέπτομαι
συνδιασκοπέω
συνδιαστρέφομαι
συνδιασῴζω
συνδιαταλαιπωρέω
συνδιαταράσσω
συνδιατελέω
συνδιατηρέω
συνδιατίθημι
συνδιατρῑ́βω
συνδιαφέρω
συνδιαφθείρομαι
συνδιαφυλάττω
View word page
συν-διαστρέφομαι
συν-διαστρέφομαιpass.vb of partsbe distorted together w.dat.w. the wholePlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνδιαστρέφομαι
Headword (normalized):
συνδιαστρέφομαι
Headword (normalized/stripped):
συνδιαστρεφομαι
IDX:
38229
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38230
Key:
συνδιαστρέφομαι

Data

{'headword_display': '<b>συν-διαστρέφομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-διαστρέφομαι</HL><PS>pass.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of parts</Indic><Tr>be distorted together</Tr> <Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. the whole<Au>Plu.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'συνδιαστρέφομαι'}