Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδιαλλάττω
συνδιαλῡ́ω
συνδιαμάχομαι
συνδιαμένω
συνδιαμνημονεύω
συνδιανεύω
συνδιανοέομαι
συνδιαπεραίνω
συνδιαπέτομαι
συνδιαπολεμέω
συνδιαπονέω
συνδιαπορέω
συνδιαπρᾱ́ττω
συνδιαρθρόω
συνδιασκέπτομαι
συνδιασκοπέω
συνδιαστρέφομαι
συνδιασῴζω
συνδιαταλαιπωρέω
συνδιαταράσσω
συνδιατελέω
View word page
συν-διαπονέω
συν-διαπονέωcontr.vb work together w.prep.phr.w. someonePl.

ShortDef

continue to work together

Debugging

Headword:
συνδιαπονέω
Headword (normalized):
συνδιαπονέω
Headword (normalized/stripped):
συνδιαπονεω
IDX:
38223
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38224
Key:
συνδιαπονέω

Data

{'headword_display': '<b>συν-διαπονέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-διαπονέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>work together</Tr> <Cmpl><GLbl>w.prep.phr.</GLbl>w. someone<Au>Pl.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'συνδιαπονέω'}