Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδιακινδῡνεύω
συνδιακομίζομαι
συνδιακοσμέω
συνδιακυβερνάω
συνδιαλαμβάνω
συνδιαλλάττω
συνδιαλῡ́ω
συνδιαμάχομαι
συνδιαμένω
συνδιαμνημονεύω
συνδιανεύω
συνδιανοέομαι
συνδιαπεραίνω
συνδιαπέτομαι
συνδιαπολεμέω
συνδιαπονέω
συνδιαπορέω
συνδιαπρᾱ́ττω
συνδιαρθρόω
συνδιασκέπτομαι
συνδιασκοπέω
View word page
συν-διανεύω
συν-διανεύωvb nod togetherof grapnelsapp.drop down togetherPlb. of a personinclinew.dat. + prep.phr.in the mind, towards certain regionsi.e. direct one's attention to themPlb.

ShortDef

to turn every way together

Debugging

Headword:
συνδιανεύω
Headword (normalized):
συνδιανεύω
Headword (normalized/stripped):
συνδιανευω
IDX:
38218
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38219
Key:
συνδιανεύω

Data

{'headword_display': '<b>συν-διανεύω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συν-διανεύω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Def>nod together</Def><vS2><Indic>of grapnels</Indic><Qualif>app.</Qualif><Tr>drop down together</Tr><Au>Plb.</Au></vS2> </vS1> <vS1><Indic>of a person</Indic><Tr>incline</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat. + prep.phr.</GLbl>in the mind, towards certain regions<Expl>i.e. direct one's attention to them</Expl><Au>Plb.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>", 'key': 'συνδιανεύω'}