Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδιαιτάομαι
συνδιαίτησις
συνδιαιτητής
συνδιακινδῡνεύω
συνδιακομίζομαι
συνδιακοσμέω
συνδιακυβερνάω
συνδιαλαμβάνω
συνδιαλλάττω
συνδιαλῡ́ω
συνδιαμάχομαι
συνδιαμένω
συνδιαμνημονεύω
συνδιανεύω
συνδιανοέομαι
συνδιαπεραίνω
συνδιαπέτομαι
συνδιαπολεμέω
συνδιαπονέω
συνδιαπορέω
συνδιαπρᾱ́ττω
View word page
συν-διαμάχομαι
συν-διαμάχομαιmid.vb fight to the end in supportw.dat.of sthg.Pl.

ShortDef

fight to the end together

Debugging

Headword:
συνδιαμάχομαι
Headword (normalized):
συνδιαμάχομαι
Headword (normalized/stripped):
συνδιαμαχομαι
IDX:
38215
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38216
Key:
συνδιαμάχομαι

Data

{'headword_display': '<b>συν-διαμάχομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-διαμάχομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>fight to the end in support</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>of sthg.<Au>Pl.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'συνδιαμάχομαι'}