Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδιάγω
συνδιαθέω
συνδιαιτάομαι
συνδιαίτησις
συνδιαιτητής
συνδιακινδῡνεύω
συνδιακομίζομαι
συνδιακοσμέω
συνδιακυβερνάω
συνδιαλαμβάνω
συνδιαλλάττω
συνδιαλῡ́ω
συνδιαμάχομαι
συνδιαμένω
συνδιαμνημονεύω
συνδιανεύω
συνδιανοέομαι
συνδιαπεραίνω
συνδιαπέτομαι
συνδιαπολεμέω
συνδιαπονέω
View word page
συν-διαλλάττω
συν-διαλλάττωAtt.vbδιαλλάσσω help to reconcilea personsts. w.dat.to someoneD. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνδιαλλάττω
Headword (normalized):
συνδιαλλάττω
Headword (normalized/stripped):
συνδιαλλαττω
IDX:
38213
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38214
Key:
συνδιαλλάττω

Data

{'headword_display': '<b>συν-διαλλάττω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-διαλλάττω</HL><PS>Att.vb</PS><Ety><Ref>διαλλάσσω</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>help to reconcile</Tr><Obj>a person<Expl>sts. <GLbl>w.dat.</GLbl>to someone</Expl><Au>D. Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συνδιαλλάττω'}