Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδημιουργός
συνδιαβαίνω
συνδιαβάλλω
συνδιαβιβάζω
συνδιαγιγνώσκω
συνδιάγω
συνδιαθέω
συνδιαιτάομαι
συνδιαίτησις
συνδιαιτητής
συνδιακινδῡνεύω
συνδιακομίζομαι
συνδιακοσμέω
συνδιακυβερνάω
συνδιαλαμβάνω
συνδιαλλάττω
συνδιαλῡ́ω
συνδιαμάχομαι
συνδιαμένω
συνδιαμνημονεύω
συνδιανεύω
View word page
συν-διακινδῡνεύω
συν-διακινδῡνεύωvb share in dangerHdt. Pl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συνδιακινδῡνεύω
Headword (normalized):
συνδιακινδῡνεύω
Headword (normalized/stripped):
συνδιακινδυνευω
IDX:
38208
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38209
Key:
συνδιακινδῡνεύω

Data

{'headword_display': '<b>συν-διακινδῡνεύω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-διακινδῡνεύω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>share in danger</Tr><Au>Hdt. Pl.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συνδιακινδῡνεύω'}