Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδέομαι
σύνδεσις
συνδεσμεύω
σύνδεσμος
συνδεσμώτης
συνδετέος
συνδετικός
σύνδετος
συνδέω
σύνδηλος
συνδηλόω
συνδημαγωγέω
συνδημιουργός
συνδιαβαίνω
συνδιαβάλλω
συνδιαβιβάζω
συνδιαγιγνώσκω
συνδιάγω
συνδιαθέω
συνδιαιτάομαι
συνδιαίτησις
View word page
συν-δηλόω
συν-δηλόωcontr.vb make wholly cleara purposeArist.

ShortDef

to make altogether clear

Debugging

Headword:
συνδηλόω
Headword (normalized):
συνδηλόω
Headword (normalized/stripped):
συνδηλοω
IDX:
38196
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38197
Key:
συνδηλόω

Data

{'headword_display': '<b>συν-δηλόω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-δηλόω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>make wholly clear</Tr><Obj>a purpose<Au>Arist.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συνδηλόω'}