Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνδάκνω
συνδακρῡ́ω
συνδανείζομαι
συνδειπνέω
σύνδειπνον
σύνδειπνος
συνδεκαδίζω
συνδεκάζω
σύνδενδρος
συνδέομαι
σύνδεσις
συνδεσμεύω
σύνδεσμος
συνδεσμώτης
συνδετέος
συνδετικός
σύνδετος
συνδέω
σύνδηλος
συνδηλόω
συνδημαγωγέω
View word page
σύνδεσις
σύνδεσιςεωςfσυνδέω connecting linkPl.

ShortDef

binding together

Debugging

Headword:
σύνδεσις
Headword (normalized):
σύνδεσις
Headword (normalized/stripped):
συνδεσις
IDX:
38187
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38188
Key:
σύνδεσις

Data

{'headword_display': '<b>σύνδεσις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>σύνδεσις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>συνδέω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>connecting link</Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'σύνδεσις'}