Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνασοφέω
συνασπιδόω
συνασπίζω
συνασπισμός
συνασπιστής
συνασχαλάω
συνασχολέομαι
συνατῑμάζω
συνατυχέω
συναυαίνω
συναυδάω
συναυλέω
συναυλίᾱ
συναυλίᾱ
σύναυλος
σύναυλος
συναύξησις
συναύξω
συναφαιρέω
συνάφεια
συναφή
View word page
συν-αυδάω
συν-αυδάωξυν-contr.vb speak in accordagree, concurS.

ShortDef

to speak together: to agree, confess, allow

Debugging

Headword:
συναυδάω
Headword (normalized):
συναυδάω
Headword (normalized/stripped):
συναυδαω
IDX:
38159
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38160
Key:
συναυδάω

Data

{'headword_display': '<b>συν-αυδάω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-αυδάω<VL><FmHL>ξυν-</FmHL></VL></HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Def>speak in accord</Def><Tr>agree, concur</Tr><Au>S.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συναυδάω'}