Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συναρμογή
συναρμόζω
συναρπάζω
συναρτάω
συναρτῡ́νω
συναρχίᾱ
σύναρχος
συνάρχω
συνασεβέω
συνασκέω
συνασοφέω
συνασπιδόω
συνασπίζω
συνασπισμός
συνασπιστής
συνασχαλάω
συνασχολέομαι
συνατῑμάζω
συνατυχέω
συναυαίνω
συναυδάω
View word page
συν-ασοφέω
συν-ασοφέωcontr.vbἄσοφος share in follyw.dat.w. the foolishE.

ShortDef

to be unwise

Debugging

Headword:
συνασοφέω
Headword (normalized):
συνασοφέω
Headword (normalized/stripped):
συνασοφεω
IDX:
38149
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38150
Key:
συνασοφέω

Data

{'headword_display': '<b>συν-ασοφέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-ασοφέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>ἄσοφος</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>share in folly</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. the foolish<Au>E.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'συνασοφέω'}