Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συναποτίκτω
συναποφαίνομαι
συναπόφασις
συναποχωρέω
συναπτός
συνάπτω
συναραρίσκω
συναράσσω
συναρέσκω
συνάρηρα
συναρθμέω
συναριθμέω
συνᾱριστάω
συναριστεύω
συναρμογή
συναρμόζω
συναρπάζω
συναρτάω
συναρτῡ́νω
συναρχίᾱ
σύναρχος
View word page
συν-αρθμέω
συν-αρθμέωcontr.vb fit togetherbringw.acc.a personinto contactw.dat.w. someone's wordsAR.

ShortDef

to be fitted together

Debugging

Headword:
συναρθμέω
Headword (normalized):
συναρθμέω
Headword (normalized/stripped):
συναρθμεω
IDX:
38135
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38136
Key:
συναρθμέω

Data

{'headword_display': '<b>συν-αρθμέω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συν-αρθμέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Def>fit together</Def><vS2><Tr>bring<Prnth><GLbl>w.acc.</GLbl>a person</Prnth>into contact</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>w. someone's words<Au>AR.</Au></Cmpl></vS2> </vS1> </VE>", 'key': 'συναρθμέω'}