Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συναποδημέω
συναπόδημος
συναποδιδρᾱ́σκω
συναποδοκιμάζω
συναποδύομαι
συναποθνῄσκω
συναποκάμνω
συναποκηρύττω
συναποκτείνω
συναποκτίννῡμι
συναπολαμβάνω
συναπολαύω
συναπόλλῡμι
συναπολογέομαι
συναπομαραίνομαι
συναπονεύω
συναποπέμπω
συναπορρήγνῡμι
συναποσβέννῡμι
συναποστέλλω
συναποστερέω
View word page
συν-απολαμβάνω
συν-απολαμβάνωvb receivew.acc.sthg.at the same timeas someone elseX.

ShortDef

to receive in common

Debugging

Headword:
συναπολαμβάνω
Headword (normalized):
συναπολαμβάνω
Headword (normalized/stripped):
συναπολαμβανω
IDX:
38113
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38114
Key:
συναπολαμβάνω

Data

{'headword_display': '<b>συν-απολαμβάνω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-απολαμβάνω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>receive<Prnth><GLbl>w.acc.</GLbl>sthg.</Prnth>at the same time<Expl>as someone else</Expl></Tr><Au>X.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'συναπολαμβάνω'}