Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἁμαρτῇ
ἁμαρτήδην
ἁμάρτημα
ἁμαρτητικός
ἁμαρτίᾱ
ἁμάρτια
ἁμαρτίνοος
ἁμαρτοεπής
ἀμαρτύρητος
ἀμάρτυρος
ἁμαρτωλή
ἁμαρτωλίᾱ
ἁμαρτωλός
ἀμαρῡγή
ἀμάρυγμα
ἀμαρύσσω
ἀμᾱ́ς
ᾱ̓μᾱτήρ
ἁματροχιή
ἀμᾱ́τωρ
ἀμαυρόβιος
View word page
ἁμαρτωλή
ἁμαρτωλήῆςfἁμαρτάνω fault, offenceThgn.

ShortDef

mistake, error

Debugging

Headword:
ἁμαρτωλή
Headword (normalized):
ἁμαρτωλή
Headword (normalized/stripped):
αμαρτωλη
IDX:
3809
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-3810
Key:
ἁμαρτωλή

Data

{'headword_display': '<b>ἁμαρτωλή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἁμαρτωλή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἁμαρτάνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>fault, offence</Tr><Au>Thgn.</Au></nS1> </NE>', 'key': 'ἁμαρτωλή'}