Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συνᾱλιάζω
συνᾱλίζω
συναλλαγή
συνάλλαγμα
συνάλλαξις
συναλλάσσω
συνάλλομαι
συναλοάω
συναλῡ́ω
συνάμα
συναμαθῡ́νω
συναμάομαι
συναμιλλάομαι
σύναμμα
συναμπέχω
συναμπίσχομαι
συναμῡ́νω
συναμφότεροι
συνάμφω
συναναβαίνω
συναναβοάω
View word page
συν-αμαθῡ́νω
συν-αμαθῡ́νωvb of firedestroy togetherconsumea heap of twigsAR.tm.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συναμαθῡ́νω
Headword (normalized):
συναμαθῡ́νω
Headword (normalized/stripped):
συναμαθυνω
IDX:
38037
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38038
Key:
συναμαθῡ́νω

Data

{'headword_display': '<b>συν-αμαθῡ́νω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-αμαθῡ́νω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of fire</Indic><Def>destroy together</Def><Tr>consume</Tr><Obj>a heap of twigs<Au>AR.<LblR>tm.</LblR></Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'συναμαθῡ́νω'}