Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συναιρέω
συναίρω
συναισθάνομαι
συναίσθησις
συνᾱίσσω
συναιτιάομαι
συναίτιος
συναιωρέομαι
συναιώρησις
συνακμάζω
συνακολασταίνω
συνακολουθέω
συνακοντίζω
συνακούω
συνακροάομαι
συναλαλάζω
συναλγέω
συναλγηδών
συναλείφω
συνᾱλιάζω
συνᾱλίζω
View word page
συν-ακολασταίνω
συν-ακολασταίνωvb share a life of debaucheryw.dat.μετά + gen.w. other personsPlu.

ShortDef

to live dissolutely with

Debugging

Headword:
συνακολασταίνω
Headword (normalized):
συνακολασταίνω
Headword (normalized/stripped):
συνακολασταινω
IDX:
38018
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38019
Key:
συνακολασταίνω

Data

{'headword_display': '<b>συν-ακολασταίνω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συν-ακολασταίνω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>share a life of debauchery</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.<or/><Ref>μετά</Ref> + gen.</GLbl>w. other persons<Au>Plu.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'συνακολασταίνω'}