Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συναγωγεύς
συναγωγή
συναγωγός
συναγωνιάω
συναγωνίζομαι
συναγώνισμα
συναγωνιστής
συνάδελφος
συναδικέω
συνᾴδω
συναείρω
συναθροίζω
συναθῡ́ρω
συνᾱίγδην
σύναιμος
συναίμων
συναινέω
συναίνυμαι
συναιρέω
συναίρω
συναισθάνομαι
View word page
συναείρω
συναείρωep.vbσυναέρρωAeol.vbseeσυναίρω

ShortDef

to raise up together

Debugging

Headword:
συναείρω
Headword (normalized):
συναείρω
Headword (normalized/stripped):
συναειρω
IDX:
38000
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-38001
Key:
συναείρω

Data

{'headword_display': '<b>συναείρω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>συναείρω</HL><PS>ep.vb</PS></HG><HG><HL>συναέρρω</HL><PS>Aeol.vb</PS></HG><XR>see<Ref>συναίρω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'συναείρω'}