Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συμφράσσω
συμφρονέω
συμφρόνησις
σύμφρουρος
σύμφρων
συμφυγάς
συμφυής
συμφύλαξ
συμφυλάσσω
σύμφῡλος
σύμφῡρτος
συμφῡ́ρω
συμφῡσάω
σύμφυσις
συμφυτεύω
σύμφυτος
συμφύω
συμφωνέω
συμφωνίᾱ
σύμφωνος
συμψαύω
View word page
σύμφῡρτος
σύμφῡρτοςονadjσυμφῡ́ρω of parts of a crashed chariot and its drivertangled togetherE.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σύμφῡρτος
Headword (normalized):
σύμφῡρτος
Headword (normalized/stripped):
συμφυρτος
IDX:
37960
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37961
Key:
σύμφῡρτος

Data

{'headword_display': '<b>σύμφῡρτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>σύμφῡρτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>συμφῡ́ρω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of parts of a crashed chariot and its driver</Indic><Tr>tangled together</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>', 'key': 'σύμφῡρτος'}