Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συμφράζομαι
συμφράσσω
συμφρονέω
συμφρόνησις
σύμφρουρος
σύμφρων
συμφυγάς
συμφυής
συμφύλαξ
συμφυλάσσω
σύμφῡλος
σύμφῡρτος
συμφῡ́ρω
συμφῡσάω
σύμφυσις
συμφυτεύω
σύμφυτος
συμφύω
συμφωνέω
συμφωνίᾱ
σύμφωνος
View word page
σύμ-φῡλος
σύμ-φῡλοςονadjφῦλον of phantomsof the same stockas humanskindredPlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
σύμφῡλος
Headword (normalized):
σύμφῡλος
Headword (normalized/stripped):
συμφυλος
IDX:
37959
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37960
Key:
σύμφῡλος

Data

{'headword_display': '<b>σύμ-φῡλος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>σύμ-φῡλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φῦλον</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of phantoms</Indic><Def>of the same stock<Expl>as humans</Expl></Def><Tr>kindred</Tr><Au>Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'σύμφῡλος'}