Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συμπεριπατέω
συμπεριποιέω
συμπεριστέλλω
συμπεριτειχίζω
συμπεριτίθημι
συμπεριφέρω
συμπεριφορᾱ́
συμπήγνῡμι
σύμπηκτος
σύμπηξις
συμπιέζω
συμπίεσις
συμπῑλέω
συμπῑ́νω
συμπίπτω
συμπίτνω
συμπλανάομαι
συμπλάσσω
συμπλαταγέω
συμπλείονες
συμπλεκτικός
View word page
συμ-πιέζω
συμ-πιέζωvb press togetherw. one's handssqueezethings, a person's hairPl.pass.of parts of the body represented in sculpturebe compressed or contractedopp. extendedX.

ShortDef

to press

Debugging

Headword:
συμπιέζω
Headword (normalized):
συμπιέζω
Headword (normalized/stripped):
συμπιεζω
IDX:
37851
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37852
Key:
συμπιέζω

Data

{'headword_display': '<b>συμ-πιέζω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συμ-πιέζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Def>press together<Expl>w. one's hands</Expl></Def><Tr>squeeze</Tr><Obj>things, a person's hair<Au>Pl.</Au></Obj><vSGrm><GLbl>pass.</GLbl><Indic>of parts of the body represented in sculpture</Indic><Def>be compressed or contracted<Expl>opp. extended</Expl></Def><Au>X.</Au></vSGrm> </vS1> </VE>", 'key': 'συμπιέζω'}