Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συμπαρατηρέω
συμπαρατίθημι
συμπαρατρέφω
συμπαρατρέχω
συμπαραφέρομαι
συμπαραχωρέω
συμπάρειμι
συμπάρειμι
συμπαρέπομαι
συμπαρέχω
συμπαρίσταμαι
συμπαρομαρτέω
συμπαροξῡ́νω
συμπαρορμάω
σύμπᾱς
συμπάσχω
συμπατάσσω
συμπατέω
συμπείθω
συμπείρομαι
σύμπειρος
View word page
συμ-παρίσταμαι
συμ-παρίσταμαιξυμ-mid.vb stand beside in supportassist, supportw.dat.someone's wishesS.of a goda personMen.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
συμπαρίσταμαι
Headword (normalized):
συμπαρίσταμαι
Headword (normalized/stripped):
συμπαρισταμαι
IDX:
37818
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37819
Key:
συμπαρίσταμαι

Data

{'headword_display': '<b>συμ-παρίσταμαι</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συμ-παρίσταμαι<VL><FmHL>ξυμ-</FmHL></VL></HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Def>stand beside in support</Def><vS2><Tr>assist, support</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>someone's wishes<Au>S.</Au></Cmpl></vS2><vS2><Indic>of a god</Indic><Obj>a person<Au>Men.</Au></Obj></vS2> </vS1> </VE>", 'key': 'συμπαρίσταμαι'}