Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συμπαραμειγνύω
συμπαραμένω
συμπαρανεύω
συμπαραπέμπω
συμπαραπλέω
συμπαραπόλλυμαι
συμπαρασκευάζω
συμπαραστατέω
συμπαραστάτης
συμπαρατάττομαι
συμπαρατηρέω
συμπαρατίθημι
συμπαρατρέφω
συμπαρατρέχω
συμπαραφέρομαι
συμπαραχωρέω
συμπάρειμι
συμπάρειμι
συμπαρέπομαι
συμπαρέχω
συμπαρίσταμαι
View word page
συμ-παρατηρέω
συμ-παρατηρέωcontr.vb watch out at the same timealso take carew.compl.cl.that sthg. shd. happenD.

ShortDef

to keep watch together

Debugging

Headword:
συμπαρατηρέω
Headword (normalized):
συμπαρατηρέω
Headword (normalized/stripped):
συμπαρατηρεω
IDX:
37808
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37809
Key:
συμπαρατηρέω

Data

{'headword_display': '<b>συμ-παρατηρέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>συμ-παρατηρέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Def>watch out at the same time</Def><Tr>also take care</Tr><Cmpl><GLbl>w.compl.cl.</GLbl>that sthg. shd. happen<Au>D.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'συμπαρατηρέω'}