Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

συμπαρακαθίζομαι
συμπαρακαλέω
συμπαράκειμαι
συμπαρακελεύομαι
συμπαρακολουθέω
συμπαρακομίζω
συμπαραλαμβάνω
συμπαραμειγνύω
συμπαραμένω
συμπαρανεύω
συμπαραπέμπω
συμπαραπλέω
συμπαραπόλλυμαι
συμπαρασκευάζω
συμπαραστατέω
συμπαραστάτης
συμπαρατάττομαι
συμπαρατηρέω
συμπαρατίθημι
συμπαρατρέφω
συμπαρατρέχω
View word page
συμ-παραπέμπω
συμ-παραπέμπωvb help to escorta convoyAeschin.a procession of revellers, funeral-urnPlu. send along as an escortfig.keep fixedone's sighton a person, i.e. follow him w. one's eyesPlu.

ShortDef

to escort along with

Debugging

Headword:
συμπαραπέμπω
Headword (normalized):
συμπαραπέμπω
Headword (normalized/stripped):
συμπαραπεμπω
IDX:
37801
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-37802
Key:
συμπαραπέμπω

Data

{'headword_display': '<b>συμ-παραπέμπω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>συμ-παραπέμπω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>help to escort</Tr><Obj>a convoy<Au>Aeschin.</Au></Obj><Obj>a procession of revellers, funeral-urn<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> <vS1><Def>send along as an escort</Def><vS2><Indic>fig.</Indic><Tr>keep fixed</Tr><Obj>one's sight<Expl>on a person, i.e. follow him w. one's eyes</Expl><Au>Plu.</Au></Obj> </vS2> </vS1> </VE>", 'key': 'συμπαραπέμπω'}