Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποσυσσῑτέω
ἀποσφάζω
ἀποσφακελίζω
ἀποσφάλλω
ἀποσφάττω
ἀποσφρᾱγίζομαι
ἀποσχαλίδωμα
ἀποσχεδιάζω
ἀποσχίζω
ἀποσχοινίζομαι
ἀποσχολάζω
ἀποσῴζω
ἀπότακτος
ἀποτάμνω
ἀποτάσσω
ἀποταυρόομαι
ἀποταφρεύω
ἀποτείνυμαι
ἀποτείνω
ἀποτειστέον
ἀποτειχίζω
View word page
ἀπο-σχολάζω
ἀποσχολάζωvb find recreationin amusementsArist.

ShortDef

rest, recreate

Debugging

Headword:
ἀποσχολάζω
Headword (normalized):
ἀποσχολάζω
Headword (normalized/stripped):
αποσχολαζω
IDX:
377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-378
Key:
ἀποσχολάζω

Data

{'headword_display': '<b>ἀπο-σχολάζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀπο<hyph/>σχολάζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>find recreation<Expl>in amusements</Expl></Tr><Au>Arist.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀποσχολάζω'}